Απόγευμα στη Θεσσαλονίκη. Ζέστη ανείπωτη. Αποφορά δυσοίωνου μέλλοντος. Σε ένα διάλειμμα από την δουλειά και θεωρώντας το χρέος βαρύ, πέρασα από τη Νεάπολη, από τη Φανερωμένη, όπου τελούνταν η κηδεία ενός ακόμα πεσόντα στο πεδίο της κατάσβεσης.
Η ζέστη πνιγηρή. Η ατμόσφαιρα άρρωστη. Στεφάνια κομμάτων, πολιτικοί εκπρόσωποι. Κόσμος πολύς. Αναρρωτιέμαι αν οι νεκροί είχαν προλάβει να χαιρετίσουν τους δικούς τους ανθρώπους, αν είχαν προλάβει να πάνε διακοπές, αν είχαν προλάβει να τακτοποιήσουν τις εκκρεμότητες τους. Μα τι σκέψεις ήταν αυτές; Αλλά είπαμε. Κάνει ζέστη ανείπωτη. Το μυαλό σταματάει. Το λογικό υποκαθίσταται από ένα άρρωστο θυμικό, μία διάθεση μακάβρια, όσο και αυτό το καλοκαίρι.
Ο θρήνος για τους ανθρώπους, ο θρήνος για το δάσος, ο θρήνος για το μέλλον ανταγωνίζονται για να ιεραρχηθούν στην ψυχή μου. Στην ψυχή όλων. Όμως δεν είναι διαφορετικά πράγματα. Είναι ο ίδιος ακριβώς θρήνος, το ίδιο πένθιμο συναίσθημα, με άλλο όνομα κάθε φορά. Είναι το συναίσθημα που πνίγεται για να μη γίνει οργή. Οργή για τους μεταπράτες της ζωής μας. Οργή για τους μεταπράτες 5 ακριβών ζωών που χάθηκαν μέχρι σήμερα, αυτό το καλοκαίρι. Οργή για τον εαυτό μου που δεν μπορεί να οργιστεί πλέον.
Είμαστε λογικά όντα. Δεν μας κυβερνάει η οργή και ο θυμός. Η λογική μου όμως είναι ανήμπορη πια να ερμηνεύσει το γιατι.....
No comments:
Post a Comment